ItalianoGreco


panacèa  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [panaˈʧɛa]

1 υποθετικό φάρμακο που θεραπεύει κάθε αρρώστια
2 φάρμακο για όλες τις αρρώστιες (υποθετικό)
3 πανάκεια
4 θεραπευτικό μέσο για κάθε νοσηρή κατάσταση (πολιτική κοινωνική κλπ)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---