ItalianoGreco


pareggiaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [paredʤaˈmento]

1 εξίσωση
2 ομαλοποίηση
3 ισοπέδωση
4 ισοσκέλιση
5 στάθμιση
6 επίσημη αναγνώριση
7 διευθέτηση
8 ομάλυνση
9 σιάξιμο
10 εξομοίωση
11 εξισορρόπηση
12 εξομάλυνση
13 ισορρόπηση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---