ItalianoGreco


picchettàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [pikketˈtare]

1 οριοθετώ
2 οροθετώ
3 περιφρουρώ απεργία
4 περιφράζω με πασσάλους
5 πασσαλώνω
6 διεκδικώ δικαίωμα περιφράζοντας
7 περιφράζω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---