precipitosaménte
επίρρημα
Προσφορά I.P.A.: [preʧipitosaˈmente]
1 απερίσκεπτα
2 ριψοκίνδυνα
3 χωρίς καθυστέρηση
4 επιτροχάδην
5 ορμητικά
6 βίαια
7 με φόρα
8 με φούρια
9 με τα μούτρα
10 βιαστικά
11 εσπευσμένα
επίρρημα
Προσφορά I.P.A.: [preʧipitosaˈmente]
1 απερίσκεπτα
2 ριψοκίνδυνα
3 χωρίς καθυστέρηση
4 επιτροχάδην
5 ορμητικά
6 βίαια
7 με φόρα
8 με φούρια
9 με τα μούτρα
10 βιαστικά
11 εσπευσμένα
permalink
precipitosamente (επίρ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android