pròno
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ˈprɔno]
1 πρηνής
2 υπόχρεος
3 υποχρεωμένος
4 πεσμένος μπρούμυτα
5 γερμένος
6 σκυμμένος
7 σκυφτός
8 υπάκουος
9 ευεπίφορος
10 πρόθυμος
11 επιρρεπής
12 ρέπων
13 διαθέσιμος
14 διατεθειμένος
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ˈprɔno]
1 πρηνής
2 υπόχρεος
3 υποχρεωμένος
4 πεσμένος μπρούμυτα
5 γερμένος
6 σκυμμένος
7 σκυφτός
8 υπάκουος
9 ευεπίφορος
10 πρόθυμος
11 επιρρεπής
12 ρέπων
13 διαθέσιμος
14 διατεθειμένος
permalink
prono (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android