pusillanimità
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [puzillanimiˈta]
1 δείλια
2 μικροψυχία
3 ακαρδία
4 ατολμία
5 αναντρία
6 δειλία
7 ανανδρία
8 λιγοψυχία
9 θρασυδειλία
10 φιλοψυχία
11 ολιγοψυχία
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [puzillanimiˈta]
1 δείλια
2 μικροψυχία
3 ακαρδία
4 ατολμία
5 αναντρία
6 δειλία
7 ανανδρία
8 λιγοψυχία
9 θρασυδειλία
10 φιλοψυχία
11 ολιγοψυχία
permalink
pusillanimità (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android