ItalianoGreco


reinserìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [reinseˈrire]

1 αποκαθιστώ
2 επαναφέρω
3 παλινορθώνω
4 ενθέτω ξανά

reinserirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [reinseˈrirsi]

1 επανεντάσσομαι
2 παλινορθώνομαι
3 αποκαθίσταμαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---