relatóre
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [relaˈtore]
1 πρακτικογράφος
2 ρεπόρτερ
3 αναφέρων
4 κυβερνητικός εκπρόσωπος
5 ομιλητής αντιπρόσωπος άλλων
6 ανταποκριτής
7 δημοσιογράφος
8 εισηγητής
9 ερμηνευτής νομολογίας
relatóre
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [relaˈtore]
1 εισηγητικός
2 ο της ανταπόκρισης
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [relaˈtore]
1 πρακτικογράφος
2 ρεπόρτερ
3 αναφέρων
4 κυβερνητικός εκπρόσωπος
5 ομιλητής αντιπρόσωπος άλλων
6 ανταποκριτής
7 δημοσιογράφος
8 εισηγητής
9 ερμηνευτής νομολογίας
relatóre
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [relaˈtore]
1 εισηγητικός
2 ο της ανταπόκρισης
permalink
relatore (ουσ αρσ )
relatore (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android