ItalianoGreco


requirènte  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [rekwiˈrɛnte]

1 ερευνητικός
2 ανακριτικός
3 ελεγκτικός
4 διερευνητικός
5 εξεταστικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---