rimescolaménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [rimeskolaˈmento]
1 σάστισμα
2 πελαγοδρόμημα
3 συμφυρμός
4 ανάδευση
5 βαβυλωνία
6 πελαγοδρόμηση
7 πελάγωμα
8 σύγχυση
9 μπλέξιμο
10 ανάμειξη
11 ανακάτωμα
12 ανάμιξη
13 πρόσμειξη
14 συγκερασμός
15 σύμμειξη
16 σμίξιμο
17 μείξη
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [rimeskolaˈmento]
1 σάστισμα
2 πελαγοδρόμημα
3 συμφυρμός
4 ανάδευση
5 βαβυλωνία
6 πελαγοδρόμηση
7 πελάγωμα
8 σύγχυση
9 μπλέξιμο
10 ανάμειξη
11 ανακάτωμα
12 ανάμιξη
13 πρόσμειξη
14 συγκερασμός
15 σύμμειξη
16 σμίξιμο
17 μείξη
permalink
rimescolamento (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android