ItalianoGreco


rimodernaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [rimodernaˈmento]

1 εκσυγχρονισμός
2 ενημέρωση
3 εφαρμογή σύγχρονων αντιλήψεων
4 εισαγωγή σύγχρονων μεθόδων
5 συγχρονισμός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---