ripentìrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [ripenˈtirsi]
1 αλλάζω γνώμη ή απόφαση
2 αισθάνομαι μεταμέλεια
3 μεταμελούμαι
4 αισθάνομαι τύψεις για πράξεις ή παραλείψεις μου
5 μετανιώνω
6 μετανοώ
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [ripenˈtirsi]
1 αλλάζω γνώμη ή απόφαση
2 αισθάνομαι μεταμέλεια
3 μεταμελούμαι
4 αισθάνομαι τύψεις για πράξεις ή παραλείψεις μου
5 μετανιώνω
6 μετανοώ
permalink
ripentirsi (ρ. μ. αμτβ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android