ItalianoGreco


ripulsìvo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ripulˈsivo]

1 βδελυρός
2 αντιπαθητικός
3 απωθητικός
4 αποκρουστικός
5 απεχθής
6 αποτροπιαστικός
7 αηδιαστικός
8 σιχαμερός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---