riscattàre
ρήμα αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [riskatˈtare]
ξεφυτρώνω ξανά
riscattàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [riskatˈtare]
1 απελευθερώνω
2 εξαγοράζω υπόλοιπο οφειλής
3 απελευθερώνω με λύτρα
4 βγάζω κρατούμενο με χρηματική εγγύηση
5 ελευθερώνω
6 εξαγοράζω ποινή
7 απολυτρώνω
8 απαλλάσσω
9 λυτρώνω
10 αγοράζω ακριβά
riscattarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [riskatˈtarsi]
1 απαλλάσσομαι
2 γλιτώνω
3 απολυτρώνομαι
4 λυτρώνομαι
ρήμα αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [riskatˈtare]
ξεφυτρώνω ξανά
riscattàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [riskatˈtare]
1 απελευθερώνω
2 εξαγοράζω υπόλοιπο οφειλής
3 απελευθερώνω με λύτρα
4 βγάζω κρατούμενο με χρηματική εγγύηση
5 ελευθερώνω
6 εξαγοράζω ποινή
7 απολυτρώνω
8 απαλλάσσω
9 λυτρώνω
10 αγοράζω ακριβά
riscattarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [riskatˈtarsi]
1 απαλλάσσομαι
2 γλιτώνω
3 απολυτρώνομαι
4 λυτρώνομαι
permalink
riscattare (ρ.αμτβ.)
riscattare (ρ. μτβ.)
riscattarsi (ρ.μ. (αντων.))
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android