Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


riscontràre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [riskonˈtrare]

1 συμφωνώ
2 ταιριάζω
3 αντιστοιχώ

riscontràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [riskonˈtrare]

1 διαπιστώνω
2 σημειώνω
3 εξετάζω
4 εξακριβώνω
5 ελέγχω
6 ανακαλύπτω
7 συγκρίνω
8 επαληθεύω
9 λαβαίνω υπόψη μου
10 αντιπαραβάλλω
11 αντιπαραθέτω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  riscontrabile riscontrata  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

risciogliere (ρ. μτβ.)
riscolo (ουσ αρσ )
riscontare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
risconto (ουσ αρσ )
riscontrabile (επίθ.)
riscontrare (ρ.αμτβ.)
riscontrare (ρ. μτβ.)
riscontrata (θηλ.ουσ)
riscontro (ουσ αρσ )
riscoperta (θηλ.ουσ)
riscoprire (ρ. μτβ.)
riscorrere (ρ. μτβ. και αμετβ.)
riscossa (θηλ.ουσ)
riscossione (θηλ.ουσ)
riscossone (ουσ αρσ )
riscotibile (επίθ.)
riscotimento (ουσ αρσ )
riscotitore (αρσ. επίθ και ουσ)
riscrivere (ρ.αμτβ.)
riscrivere (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---