ItalianoGreco


sàngue  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈsangwe]

το αίμα

sàngue  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ˈsangwe]

ο του χρώματος του αίματος


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


(κρέας) al sangue = (di carne) σενιάν || analisi [θηλ. άκλ.] del sangue = η ανάλυση αίματος || bistecca [θηλ.] al sangue = η μπριζόλα μισοψημένη || donatore [αρσ.] di sangue = ο αιμοδότης || non facciamoci del sangue cattivo = ας μη χαλάμε τις καρδιές μας || succhiare il sangue = ρουφώ το αίμα || sudare sangue = φτύνω αίμα



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---