ItalianoGreco


sbucciafatiche  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [,zbutʧafaˈtike]

1 λουφατζής
2 τεμπέλης
3 κοπρόσκυλο
4 λουφαδόρος
5 κοπανατζής
6 ακαμάτης
7 τεμπελχανάς
8 τζερεμές
9 ανεπρόκοπος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z