ItalianoGreco


scassàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [skasˈsare]

1 βγάζω από τα κιβώτια
2 θραύω
3 αποσυσκευάζω
4 τσακίζω
5 συντρίβω
6 σπάζω
7 οργώνω
8 σπάζω σκληρή κρούστα εδάφους


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---