ItalianoGreco


spaziàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [spatˈtsjare]

1 περιπλανιέμαι
2 περιδιαβαίνω
3 σαρώνω (με τα μάτια)
4 πετώ ή αιωρούμαι σε μεγάλο ύψος
5 ανέρχομαι σε μεγαλοπρεπές ύψος

spaziàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [spatˈtsjare]

1 κάνω διάταξη στο χώρο
2 βάζω κατά διαστήματα
3 αραιώνω (έγγραφο)
4 δημιουργώ ελεύθερους χώρους


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z