ItalianoGreco


spenzolàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [spendzoˈlare]

1 αιωρούμαι
2 κρέμομαι
3 κρεμιέμαι ελεύθερα
4 εξαρτιέμαι

spenzolarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [spendzoˈlarsi]

1 αιωρούμαι
2 κρέμομαι
3 κρεμιέμαι ελεύθερα
4 εξαρτιέμαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---