ItalianoGreco


spióne  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [spiˈone]

1 χαφιές
2 μαρτυριάρης
3 πληροφοριοδότης
4 κατάσκοπος
5 σπιούνος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---