ItalianoGreco


strabiliàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [strabiˈljato]

1 εμβρόντητος
2 εκστατικός
3 ενεός
4 συγκλονισμένος
5 κεραυνόπληκτος
6 έκθαμβος
7 έκπληκτος
8 κατάπληκτος
9 απόπληκτος
10 άναυδος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---