ItalianoGreco


tabernàcolo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [taberˈnakolo]

1 ναός
2 σκηνή
3 παρεκκλήσι
4 προσκυνητάρι
5 αρτοφόριο
6 σκεύος τοποθέτησης αγιασμένου άρτου


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---