tecnicìsmo
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [tekniˈʧizmo]
1 λεπτομέρεια για ειδικούς
2 τεχνικότητα
3 τεχνική λεπτομέρεια
4 τεχνική έκφρασης
5 τεχνικός χαρακτήρας έργου
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [tekniˈʧizmo]
1 λεπτομέρεια για ειδικούς
2 τεχνικότητα
3 τεχνική λεπτομέρεια
4 τεχνική έκφρασης
5 τεχνικός χαρακτήρας έργου
permalink
tecnicismo (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android