ItalianoGreco


teguménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [teguˈmento]

1 υμένας
2 καλύπτρα ιστού
3 περίβλημα ξυλώδους ιστού
4 περίβλημα οργάνου
5 μεμβράνη
6 κάλυμμα ιστού
7 επιδερμίδα
8 δέρμα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---