ItalianoGreco


tetràggine  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [teˈtradʤine]

1 σκοτάδι βαθύ
2 κατάθλιψη
3 τρισκόταδο
4 σκοτεινιά
5 ζόφος
6 ζοφερότητα
7 έρεβος
8 βαθιά μελαγχολία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---