ItalianoGreco


tornàta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [torˈnata]

1 σύνοδος
2 υστερόγραφο σε ποίημα ή διατριβή
3 κατακλείδα
4 συνεδρίαση
5 συγκέντρωση
6 συνέλευση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z