traforàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [trafoˈrare]
1 πιρουνιάζω
2 διατρυπώ
3 τρυπώ πέρα ως πέρα
4 στολίζω με τρυπητό κέντημα
5 περονιάζω
6 διαπερνώ
7 κατατρυπώ
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [trafoˈrare]
1 πιρουνιάζω
2 διατρυπώ
3 τρυπώ πέρα ως πέρα
4 στολίζω με τρυπητό κέντημα
5 περονιάζω
6 διαπερνώ
7 κατατρυπώ
permalink
traforare (ρ. μτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android