ItalianoGreco


trascinàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [traʃʃiˈnare]

σέρνω, σύρω

trascinarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [traʃʃiˈnarsi]

1 βαριοσέρνομαι
2 σέρνομαι
3 σύρομαι
4 τραβιέμαι
5 σούρνομαι


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


trascinare nei guai = πέρνω στο λαιμό του



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---