ItalianoGreco


trasmettitóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [trazmettiˈtore]

1 πομπός
2 αναμεταδότης
3 νευρικός πομπός
4 διαβιβαστής
5 μεταδότης


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---