ItalianoGreco


truccàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [trukˈkare]

1 παραποιώ
2 στήνω παιχνίδι
3 κανονίζω παιχνίδι σικέ
4 νοθεύω
5 μακιγιάρω
6 μεταμφιέζω
7 μασκαρεύω

truccarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [trukˈkarsi]

μακιγιάρομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z