ItalianoGreco


verticìstico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [vertiˈʧistiko]

1 ο της κορυφής
2 σχετικός με ηγετικούς κύκλους κόμματος
3 ηγετικός κόμματος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---