ItalianoGreco


votàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [voˈtare]

1 κάνω τάμα
2 εκλέγω με ψήφο
3 υπερψηφίζω
4 ψηφίζω
5 αφιερώνω
6 τάζω
7 περνώ κάτι με ψηφοφορία

votàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [voˈtare]

ψηφίζω

votarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [voˈtarsi]

1 άδειασμα
2 αποχώρηση
3 εκκένωση
4 κένωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---