Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

chitàrra (θηλ.ουσ) ciabàtta (θηλ.ουσ)
chitarrìsta (ουσ αρσ ) ciabattàio (ουσ αρσ )
chitarrìsta (θηλ.ουσ) ciabattàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
chitìna (θηλ.ουσ) ciabattàta (θηλ.ουσ)
chitinóso (επίθ.) ciabattìno (ουσ αρσ )
chitóne (ουσ αρσ ) ciabattóna (θηλ.ουσ)
chiudènda (θηλ.ουσ) ciabattóne (ουσ αρσ )
chiùdere (ρ.αμτβ.) ciac (ονοματ.)
chiùdere (ρ. μτβ.) cialdóne (ουσ αρσ )
chiùdersi (ρ.μ. (αντων.)) cialtróna (θηλ.ουσ)
chiudilèttera, chiudiléttera (ουσ αρσ ) cialtronàta (θηλ.ουσ)
chiudipòrta (ουσ αρσ ) cialtróne (ουσ αρσ )
chiùnque (αντων.) cialtronerìa (θηλ.ουσ)
chiurlàre (ρ.αμτβ.) ciambèlla (θηλ.ουσ)
chiùrlo (ουσ αρσ ) ciambellàno (ουσ αρσ )
chiùsa (θηλ.ουσ) ciampicàre (ρ.αμτβ.)
chiusìno (ουσ αρσ ) cianamìde (θηλ.ουσ)
chiùso (ουσ αρσ ) cianammìde (θηλ.ουσ)
chiùso (επίθ.) cianàto (ουσ αρσ )
chiusùra (θηλ.ουσ) ciànca (θηλ.ουσ)
choc (ουσ αρσ ) ciància (θηλ.ουσ)
chow–chow (ουσ αρσ ) cianciafrùscola (θηλ.ουσ)
ci (ουσ αρσ και θηλ.) cianciàre (ρ.αμτβ.)
ci (αντων.) ciancicàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ci (επίρ.) cianfrinàre (ρ. μτβ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: