Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

buscàre (ρ. μτβ.) buttafuòri (ουσ αρσ )
buscarsi (ρ.μ. (αντων.)) buttàre (ρ. μτβ. και αμετβ.)
buscheràre (ρ. μτβ.) buttàrsi (ρ. μ. αμτβ.)
buscheratùra (θηλ.ουσ) buttàta (θηλ.ουσ)
buscherìo (ουσ αρσ ) butteràre (ρ. μτβ.)
bùssa (θηλ.ουσ) butteràto (επίθ.)
bussàre (ρ. μτβ.) butteratùra (θηλ.ουσ)
bussàta (θηλ.ουσ) bùttero (ουσ αρσ )
bussétto (ουσ αρσ ) bùzzo (ουσ αρσ )
bùsso (ουσ αρσ ) buzzóne (ουσ αρσ )
bùssola (θηλ.ουσ) buzzùrro (αρσ. επίθ και ουσ)
bussolòtto (ουσ αρσ ) càbala (θηλ.ουσ)
bùsta (θηλ.ουσ) cabalìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
bustàia (θηλ.ουσ) cabalìstico (επίθ.)
bustarèlla (θηλ.ουσ) cabaret (ουσ αρσ )
bustìna (θηλ.ουσ) cabarettìstico (επίθ.)
bustìno (ουσ αρσ ) cabestàno (ουσ αρσ )
bùsto (ουσ αρσ ) cabìna (θηλ.ουσ)
butadiène (ουσ αρσ ) cabinàto (επίθ.)
butàno (ουσ αρσ ) cabinìsta (ουσ αρσ και θηλ.)
butìle (ουσ αρσ ) cabinovìa (θηλ.ουσ)
butilène (ουσ αρσ ) cablàggio (ουσ αρσ )
butìlico (επίθ.) cablàre (ρ. μτβ.)
butìrrico (επίθ.) càblo (ουσ αρσ )
butirróso (επίθ.) cablogràmma (ουσ αρσ )

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: