Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

tamtàm, tam–tàm (ουσ αρσ ) tanguìno (ουσ αρσ )
tàna (θηλ.ουσ) tànica (θηλ.ουσ)
tanacéto (ουσ αρσ ) tannàre (ρ. μτβ.)
tanatofobìa (θηλ.ουσ) tannàto (επίθ.)
tanatologìa (θηλ.ουσ) tànnico (επίθ.)
tanatològico (επίθ.) tannìno (ουσ αρσ )
tànca (θηλ.ουσ) tantàlico (επίθ.)
tàndem (ουσ αρσ ) tantàlio (ουσ αρσ )
tanfàta (θηλ.ουσ) tantalìte (θηλ.ουσ)
tànfo (ουσ αρσ ) tàntalo (ουσ αρσ )
tànga (ουσ αρσ ) tantìno (οριστ. επίθ.)
tanganicano (ουσ αρσ ) tànto (επίθ.)
tanganicano (επίθ.) tànto (αντων.)
tangènte (θηλ.ουσ) tànto ché, t, ntoché (σύνδ.)
tangènte (επίθ.) tào (ουσ αρσ )
tangènza (θηλ.ουσ) taoìsmo (ουσ αρσ )
tangenziàle (θηλ.ουσ) taoìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
tangenziàle (επίθ.) taoìstico (επίθ.)
tàngere (ρ. μτβ.) tapìno (ουσ αρσ )
Tàngeri (κύρ.όν. θηλ.) tapìno (επίθ.)
tànghero (ουσ αρσ ) tapiòca (θηλ.ουσ)
tangìbile (επίθ.) tapìro (ουσ αρσ )
tangibilità (θηλ.ουσ) tapis roulant (ουσ αρσ )
tàngo (αρσ. επίθ και ουσ) tàppa (θηλ.ουσ)
tangóne (ουσ αρσ ) tappabùchi (ουσ αρσ και θηλ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: