GrecoItaliano


αντικατοπτρίζω  
ρήμα μεταβατικό

rispecchia`re ((anche in senso figurato))

αντικατοπτρίζομαι
ρήμα παθητικό

1 rifle`ttere
2 riflette`rsi
3 specchia`rsi

αντικαθρεφτίζω
ρήμα μεταβατικό

lo stesso che [αντικατοπτρίζω]

αντικαθρεφτίζομαι
ρήμα παθητικό

lo stesso che [αντικατοπτρίζομαι]

permalink



Sfoglia il dizionario




{{ID:ANTIKATOPTRIZW100}}
---CACHE---