Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βοηθάω
ρήμα μεταβατικό

variante di [βοηθώ]

βοηθιέμαι
ρήμα παθητικό

aiuta`rsi

βοηθώ  
ρήμα μεταβατικό

aiuta`re, e`ssere d'aiu`to

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βοή βοήθεια  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---