Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εχέγγυο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 capa`rra ~f~, cauzio`ne ~f~
2 garanzi`a ~f~, guarenti`gia ~f~ εχέγγυα επιτυχίας == garanzie di riuscita
3 mallevadori`a ~f~
4 pe`gno ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  έφυτον εχέγγυος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---