Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γαλάκτωμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 chimica emulsio`ne ~f~
2 cosmetica καθαρισμού δέρματος la`tte deterge`nte γαλάκτωμα καθαρισμού==latte detergente

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γαλακτώδης γαλακτωματοποιητής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---