Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›ζόφος

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

ζόφος  
ουσιαστικό αρσενικό

1 bu`io ~m~
2 cupe`zza ~f~
3 malinconi`a ~f~
4 mesti`zia ~f~
5 oscurame`nto ~m~
6 oscurità ~f~
7 te`nebre ~fp~
8 uggiosità ~f~

permalink
‹ ζοφερώτερος
ζοφώδης ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ζοφερότατος [επίθ.]
ζοφερότερος [επίθ.]
ζοφερότητα [θηλ.ουσ]
ζοφερώτατος [επίθ.]
ζοφερώτερος [επίθ.]
ζόφος {χωρ. πληθ...
ζοφώδης [επίθ.]
ζοφώνω μτχ. παρκ....
ζοχάδα [θηλ.ουσ]
ζοχαδιάζω {ζοχάδιασ-...
ζοχαδιασμένος [επίθ.]
ζοχίν [ουσ ουδ.]
ζοχός, ζόχος [ουσ αρσ ]
ζυάζω [ρ. μτβ. και αμετβ.]
ζυγαριά [θηλ.ουσ]
ζύγι {χωρ. γεν....
ζυγιάζομαι [ρ. παθ.]
ζύγιασμα [ουσ ουδ.]
ζυγιασμένος [επίθ.]
ζυγίζομαι [ρ. παθ.]


{{ID:ZOFOS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti