abbaruffìo
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [abbarufˈfio]
1 ανακατωσούρα
2 αλλού ο παπάς κι αλλού τα ράσα του
3 συμπλοκή
4 χάος
5 αναστάτωση
6 αναμπουμπούλα
7 σύγχυση
8 αναταραχή
9 μπέρδεμα
10 τσακωμός
11 καβγάς
12 αταξία
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [abbarufˈfio]
1 ανακατωσούρα
2 αλλού ο παπάς κι αλλού τα ράσα του
3 συμπλοκή
4 χάος
5 αναστάτωση
6 αναμπουμπούλα
7 σύγχυση
8 αναταραχή
9 μπέρδεμα
10 τσακωμός
11 καβγάς
12 αταξία
permalink
abbaruffio (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android