abbiosciàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [abbjoʃˈʃare]
1 ταπεινώνω
2 αποκαρδιώνω
3 εξουθενώνω
4 καταφρονώ
abbiosciàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [abbjoʃˈʃarsi]
1 εξασθενίζω
2 λιποθυμώ
3 καταρρέω
4 σβήνω
5 μαραίνομαι (φυτό)
6 πέφτω (πχ στο κρεβάτι ή σε πολυθρόνα)
7 εξευτελίζομαι
8 απελπίζομαι
9 αποθαρρύνομαι
10 ξαπλώνομαι
11 βυθίζομαι
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [abbjoʃˈʃare]
1 ταπεινώνω
2 αποκαρδιώνω
3 εξουθενώνω
4 καταφρονώ
abbiosciàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [abbjoʃˈʃarsi]
1 εξασθενίζω
2 λιποθυμώ
3 καταρρέω
4 σβήνω
5 μαραίνομαι (φυτό)
6 πέφτω (πχ στο κρεβάτι ή σε πολυθρόνα)
7 εξευτελίζομαι
8 απελπίζομαι
9 αποθαρρύνομαι
10 ξαπλώνομαι
11 βυθίζομαι
permalink
abbiosciare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
abbiosciarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android