ItalianoGreco


acciarìno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [atʧaˈrino]

1 πείρος άξονα
2 συνδετικός κρίκος
3 τσακμάκι
4 πιστόλι
5 πυρόλιθος
6 τσακμακόπετρα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---