ItalianoGreco


accompagnaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [akkompaɲɲaˈmento]

1 σιγοντάρισμα
2 ακομπανιαμέντο
3 συνοδεία
4 ακολουθία
5 ταίριασμα
6 επικήδεια πομπή
7 κηδεία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---