ItalianoGreco


bassofóndo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [bassoˈfondo]

1 φτωχογειτονιά
2 κατακάθια της κοινωνίας
3 κατακάθι
4 αβαθές νερό


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---