béttola
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈbettola]
1 ρακοπουλειό
2 οινοπωλείο
3 φαγάδικο
4 ταβερνάκι
5 οινομαγειρείο
6 ταβέρνα
7 πανδοχείο
8 κουτούκι
9 καπηλειό
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈbettola]
1 ρακοπουλειό
2 οινοπωλείο
3 φαγάδικο
4 ταβερνάκι
5 οινομαγειρείο
6 ταβέρνα
7 πανδοχείο
8 κουτούκι
9 καπηλειό
permalink
bettola (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android