bòrchia
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈbɔrkja]
1 πρόκα με μεγάλο κεφάλι
2 πείρος με τρύπα σε κεφάλι
3 βίδα με μεγάλο κεφάλι
4 σημείο στήριξης τροχού
5 πινέζα
6 κουμπί χειρισμού
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈbɔrkja]
1 πρόκα με μεγάλο κεφάλι
2 πείρος με τρύπα σε κεφάλι
3 βίδα με μεγάλο κεφάλι
4 σημείο στήριξης τροχού
5 πινέζα
6 κουμπί χειρισμού
permalink
borchia (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android