ItalianoGreco


brucióre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [bruˈʧore]

1 πύρωση
2 φλόγωση
3 καούρα
4 κάψιμο
5 αίσθηση καψίματος
6 τσούξιμο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---