ItalianoGreco


calligràfico  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [kalliˈgrafiko]

1 προσεγμένος και στην τελευταία λεπτομέρεια
2 σχολαστικός
3 λεπτολόγος
4 καλλιγραφικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---